Ο bomber Γκερντ Μίλερ θα είναι πάντα το πρότυπο του σκόρερ

ταν Ιανουάριος του 1972 όταν ο Γκερντ Μίλερ ετοιμαζόταν να γράψει το όνομά του στο πάνθεον του ποδοσφαίρου. Ο επιθετικός της Μπάγερν και της Δυτικής Γερμανίας ήταν ο "Kleines dickes Müller", ο "κοντός, χοντρός Μίλερ", όμως ένα χρόνο αργότερα στα χείλη όλων θα ερχόταν το έτερο παρατσούκλι του: Der Bomber.

Ο Μίλερ έγινε συνώνυμο του γκολ και ο θάνατός του την Κυριακή σε ηλικία 75 ετών δεν μπορεί να αλλάξει την ιστορία που άφησε στο άθλημα. Τα επιτεύγματά του έμειναν ανεξίτηλα για δεκαετίες και τα ρεκόρ του αξεπέραστα, μέχρι να βρεθούν ορισμένα θαύματα της φύσης όπως ήταν και ο ίδιος, για να τα καταρρίψουν.

Τα 85 γκολ που σημείωσε το 1972 ήταν τα περισσότερα που σημείωσε ποτέ ποδοσφαιριστής μέσα στο ίδιο έτος σε επίσημους αγώνες. Για να βρεθεί κάποιος να τον ξεπεράσει, έπρεπε να εμφανιστεί ο Λιονέλ Μέσι και να σκοράρει 91 φορές το 2012. Τα 40 γκολ που σημείωσε τη σεζόν 1971-1972 στην Bundesliga ήταν τα περισσότερα που σημείωσε ποτέ ποδοσφαιριστής στην κατηγορία σε μία χρονιά. Για να βρεθεί κάποιος να τον ξεπεράσει, έπρεπε να εμφανιστεί ο Ρόμπερτ Λεβαντόβσκι και να σκοράρει 41 φορές το 2020-2021. Κι όμως, ο μύθος του Μίλερ παραμένει αναλλοίωτος.

Έστειλε την Μπάγερν στην Bundesliga και στους τίτλους

Μέχρι εκείνο το μαγικό 1972, ο Μίλερ ήταν ένας επιθετικός που ήδη είχε κάνει γνωστό το όνομά του στα πέρατα του πλανήτη. Μικρό ύψος, αδιάφορη κορμοστασιά, δεν ήταν φόβος και τρόμος των αντίπαλων αμυντικών όταν τον έβλεπαν μπροστά τους. Το πρόβλημα προέκυπτε όταν δεν τον έβλεπαν. Όλοι τον γνώριζαν και ήξεραν ότι δεν είναι γρήγορος ούτε έκανε ντρίμπλες. Το κύριο γνώρισμά του ήταν ότι βρισκόταν στο κατάλληλο σημείο την κατάλληλη στιγμή.

Συνήθως, αυτό το σημείο ήταν η αντίπαλη μεγάλη περιοχή και πολλές φορές ακόμα και η μικρή. Μπορεί το "bomber" να παραπέμπει περισσότερο σε δυνατά σουτ, σε βολίδες από μακρινή απόσταση, όμως η συντριπτική πλειονότητα των τερμάτων του προέρχονταν από κοντινές προσπάθειες, με τον ίδιο να έχει πάρει την κατάλληλη θέση ώστε το γκολ να έρθει με τρόπο και όχι με κόπο.

Με αυτό το στιλ σημείωσε 47 γκολ σε 28 αγώνες στην Bezirksliga Schwaben το 1963-1964 με τη φανέλα της Νέρντλινγκεν, της ομάδας της γενέτειράς του. Αυτή ήταν η χρονιά που τον οδήγησε σε μία ομάδα της Regionalliga Süd, η οποία μέχρι τότε δεν ανήκε στα μεγάλα μεγέθη του γερμανικού ποδοσφαίρου. Τη σεζόν 1964-1965 σκόραρε 33 φορές σε 26 αγώνες πρωταθλήματος και βοήθησε τα μέγιστα ώστε μία παρέα νεαρών ταλαντούχων ποδοσφαιριστών να προβιβαστεί στην Bundesliga.

Φραντς Μπεκενμπάουερ, Ζεπ Μάιερ και φυσικά ο Μίλερ ήταν οι "πυλώνες" της Μπάγερν, η οποία δεν ήταν ιδρυτικό μέλος της Bundesliga, αλλά έκανε την εμφάνισή της στην κατηγορία δύο χρόνια αργότερα. Ήταν η τριπλέτα που με ορισμένες προσθαφαιρέσεις στο μέλλον καθόρισε τη μοίρα του γερμανικού ποδοσφαίρου και σε ένα μέρος και του παγκοσμίου.

Η πρώτη σεζόν του στη Bundesliga ήταν και η λιγότερο παραγωγική μέχρι την τελευταία του. Μόλις 15 γκολ σε 33 αγώνες και μόλις 16 σε 39 σε όλες τις διοργανώσεις. Παρ' όλα αυτά, η Μπάγερν τερμάτισε στην 3η θέση και κατέκτησε το DFB-Pokal, με συνέπεια τη νέα χρονιά να αγωνιστεί στο Κύπελλο Κυπελλούχων. Αυτός ήταν και ο πρώτος διεθνής τίτλος των Βαυαρών, που το 1968-1969 κατέκτησαν και το πρώτο πρωτάθλημα Γερμανίας, από τα πολλά που θα ακολουθούσαν.

 

 

Η συγκομιδή εκτοξεύθηκε μία σεζόν αργότερα. Το 1967-1968 σκόραρε 43 φορές σε 45 αγώνες, μία χρονιά αργότερα έφτασε τα 30 σε 46 και τη χρονιά του τίτλου για πρώτη φορά είχε τουλάχιστον ένα γκολ ανά παιχνίδι σε υψηλό επίπεδο (30 σε 30 στο πρωτάθλημα, 7 σε 5 στο κύπελλο, Ευρώπη δεν αγωνίστηκε). Το 1969-1970 πέτυχε 38 γκολ σε 33 αγώνες πρωταθλήματος (και 10 στο Παγκόσμιο Κύπελλο 1970), όμως το ρεκόρ αυτό δεν θα άντεχε πολύ, αφού θα το κατέρριπτε ο ίδιος δύο χρόνια αργότερα.

Το μαγικό 1972 του Μίλερ

Η σεζόν 1971-1972 δεν άρχισε καλά για τον Μίλερ, ο οποίος σημείωσε μόλις ένα γκολ στις πρώτες 5 αγωνιστικές και μέχρι την 9η είχε φτάσει μέχρι τα 3. Από τον Οκτώβριο, άρχισε η αντιστροφή του κλίματος. Ο Μίλερ άρχισε τον βομβαρδισμό των αντιπάλων εστιών με τη φανέλα της Μπάγερν, αλλά και με εκείνη της Δυτικής Γερμανίας.

Τον Ιανουάριο του 1972 αδημονούσε για την εκκίνηση του rückrunde, του δεύτερου μισού του πρωταθλήματος. Σκόραρε στο πρώτο παιχνίδι, κόντρα στη Φορτούνα, και λίγες ημέρες αργότερα σημείωσε 5 γκολ κόντρα στην Ομπερχάουζεν. Ακολούθησε ένα... ρεπό κόντρα στην Γκλάντμπαχ και μετά 5 παιχνίδια στα οποία συνολικά σημείωσε 11 γκολ.

Το τέλος της σεζόν βρήκε την Μπάγερν πρωταθλήτρια Γερμανίας και τον Μίλερ να φτάνει τα 40 γκολ, παρότι δεν σκόραρε στις δύο τελευταίες αγωνιστικές. Ωστόσο, δεν ήταν το μοναδικό τρόπαιο που κατέκτησε εκείνο το έτος, αφού αγωνίστηκε και στην τελική φάση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος. Έχοντας προϊδεάσει για τις διαθέσεις του με το καρέ σε φιλικό κόντρα στη Σοβιετική Ένωση τον Μάιο, σημείωσε δύο γκολ στα ημιτελικά κόντρα στο Βέλγιο και άλλα δύο στον τελικό κόντρα στην ΕΣΣΔ. Το Euro 1972 έγινε το πρώτο τρόπαιό του με το εθνόσημο στο στήθος, αλλά όχι και το τελευταίο, αφού θα ακολουθούσε το Παγκόσμιο Κύπελλο 1974.

Η φόρα του ήταν τέτοια που άρχισε εντυπωσιακά και τη νέα σεζόν. Στον hinrunde της Bundesliga σημείωσε 19 γκολ σε 17 αγώνες, 4 γκολ σε δύο αγώνες στο κύπελλο και μεταξύ άλλων είχε κι ένα καρέ κόντρα στην Ελβετία σε φιλικό της Δυτικής Γερμανίας. Στη φάση των 32 του Κυπέλλου Πρωταθλητριών σκόραρε 3 φορές στα παιχνίδια με τη Γαλατάσαραϊ και 7 στα παιχνίδια με την Ομόνοια.

Το έτος ολοκληρώθηκε με 42 γκολ στο πρωτάθλημα, 7 γκολ στο κύπελλο και 12 στο DFL-Ligapokal. Με την εθνική είχε 13 γκολ σε πέντε αγώνες, εκ των οποίων τα 8 σερί, επίδοση που αποτελούσε ρεκόρ για την εποχή. Συνολικά, σε 60 αγώνες σημείωσε 85 γκολ με Μπάγερν και εθνική και πανηγύρισε ένα πρωτάθλημα και το Euro εκείνου του έτους.

Κι όμως, το annus mirabilis του δεν θεωρήθηκε κάτι εξωπραγματικό εκείνη την εποχή. Το χατ τρικ κόντρα στην Μπάρμπεκ στο κύπελλο ήταν τα τελευταία γκολ του μέσα στο 1972, ωστόσο δεν υπήρξε ΜΜΕ της εποχής που να έκανε τον κόπο να κάνει τις πράξεις και να βρει το άθροισμα.

Συνέχισε να σκοράρει κατά ριπάς

Η σεζόν 1972-1973 ήταν η καλύτερη της καριέρας του σε επίπεδο σκοραρίσματος, αφού χάρη και στα γκολ του λιγκ καπ, έφτασε τα 66 σε 49 αγώνες. Όμως οι πιο μεστές σεζόν ήταν αυτές που ακολούθησαν. Η Μπάγερν είχε αρχίσει να κυριαρχεί εντός Γερμανίας και άρχισε να κάνει το ίδιο και εκτός συνόρων. Τα τρία διαδοχικά Κύπελλα Πρωταθλητριών την έβαλαν στον χάρτη.

Ενδιάμεσα, το καλοκαίρι του 1974, ήρθε το Παγκόσμιο Κύπελλο της Δυτικής Γερμανίας, όπου οι οικοδεσπότες έγιναν και κάτοχοι του τροπαίου, υποτάσσοντας στον τελικό την Ολλανδία του Γιόχαν Κρόιφ. Στο 43ο λεπτό του αγώνα στο Ολυμπιακό Στάδιο του Μονάχου, ο Μίλερ ήταν αυτός που σημείωσε το γκολ το οποίο έμελε να είναι και το νικητήριο του αγώνα. Με το 2-1 της Δυτικής Γερμανίας, ο Μίλερ έγινε αδιαμφισβήτητα ο κορυφαίος επιθετικός της δεκαετίας του '70 και με τους αριθμούς του τον συντήρησε με περίσσεια άνεση.

 

 

Τις επόμενες 5 χρονιές δεν έκανε σεζόν με λιγότερα από 30 τέρματα. Η χειρότερη σεζόν ήταν η τελευταία του στην Μπάγερν, όταν έμεινε στα 9 γκολ στο πρωτάθλημα και στα 13 στο σύνολο. Στις 7 από τις 14 σεζόν του στους Βαυαρούς είχε τουλάχιστον ένα γκολ ανά αγώνα. Συνολικά με την εθνική ομάδα είχε 68 γκολ σε 62 αγώνες, με τον τελευταίο εξ αυτών να είναι ο τελικός του Παγκοσμίου Κυπέλλου.

Σε 605 αγώνες με την Μπάγερν για επίσημη διοργάνωση σκόραρε 563 φορές. Σε 31 αγώνες για τη Νέρντλινγκεν είχε 51 γκολ, ενώ ολοκλήρωσε την καριέρα του στις ΗΠΑ και το NASL με τους Φορτ Λόντερντεϊλ Στράικερς, με 40 γκολ σε 80 αγώνες.

Τα ρεκόρ που κρατάει και αυτά που έχασε

  • Ο επιθετικός που έγινε συνώνυμο του γκολ δεν θα μπορούσε παρά να είναι επικεφαλής σε ένα μεγάλο αριθμό σχετικών λιστών.
  • Τα 365 γκολ σε 427 αγώνες της Bundesliga αποτελούν μέχρι σήμερα ρεκόρ της κατηγορίας
  • Το ένα γκολ κάθε 105 λεπτά αποτελεί ρεκόρ για παίκτες με τουλάχιστον 20 γκολ στο ενεργητικό τους
  • Τα 16 σερί παιχνίδια πρωταθλήματος με γκολ από το 1969-1970 αποτελούν ρεκόρ
  • Τα 87 παιχνίδια Bundesliga με πάνω από ένα γκολ αποτελούν -με διαφορά- ρεκόρ
  • Τα 78 γκολ σε 62 αγώνες κυπέλλου συνιστούν επίσης ρεκόρ διοργάνωσης
  • Οι 7 τίτλοι torjägerkanone είναι ρεκόρ κατηγορίας

Ωστόσο, υπάρχουν και ορισμένα επίσης σημαντικά ρεκόρ, τα οποία κρατούσε για χρόνια, μέχρι να τον ξεπεράσουν ορισμένοι ξεχωριστοί παίκτες. Μέχρι το 2014 ήταν ο αρχισκόρερ της εθνικής Γερμανίας, ωστόσο τον πέρασε ο Μίροσλαβ Κλόζε με 71 γκολ (αλλά σε 137 συμμετοχές, όταν ο Μίλερ είχε 1,1 γκολ ανά αγώνα). Ο Μίλερ ήταν επικεφαλής και στη λίστα των σκόρερ των Παγκοσμίων Κυπέλλων με 13 γκολ, μέχρι το 2006, όταν ο Ρονάλντο τον προσπέρασε με 14 γκολ σε τρία τουρνουά.

Και φυσικά, τα δύο πιο ξεχωριστά ρεκόρ, που καταδείκνυαν και εξακολουθούν να καταδεικνύουν το μεγαλείο του. Τα 85 γκολ του 1972 ξεπεράστηκαν από τα 91 του Μέσι με Μπαρτσελόνα και Αργεντινή, αλλά σε 9 παιχνίδια περισσότερα (69 έναντι 60). Η τελευταία αποκαθήλωση του Μίλερ ήρθε μόλις την περσινή σεζόν, όταν ο φύσει και θέσει διάδοχός του στην Μπάγερν, ο Λεβαντόβσκι, χρειάστηκε γκολ στο 90' την τελευταία αγωνιστική για να φτάσει τα 41.

Τα συγκεκριμένα ρεκόρ του δεν υπάρχουν πια, όμως ο ίδιος θα είναι πάντα ο "Bomber der Nation", με τη Χρυσή Μπάλα του 1970, τους 13 διασυλλογικούς τίτλους και τους δύο με τη Δυτική Γερμανίας. Ο κορυφαίος επιθετικός του γερμανικού ποδοσφαίρου και ένας από τους κορυφαίους του κόσμου έφυγε από τη ζωή παλεύοντας με τη νόσο Αλτσχάιμερ για χρόνια, χωρίς να θυμάται ποιος είναι και τι έχει πετύχει. Όμως ποτέ δεν θα σβήσει από τις μνήμες όλων των φιλάθλων του ποδοσφαίρου και από τα βιβλία των ρεκόρ.

Ροη ειδησεων
Κλεισιμο