Τα πεπραγμένα του Ιβάν στον Παναθηναϊκό

Καλοκαίρι του 2021, πιο συγκεκριμένα στις 18 Ιουνίου, ο Παναθηναϊκός αιφνιδιάζει με την ανακοίνωση της πρόσληψης του Ιβάν Γιοβάνοβιτς.

Γνωστός σαν ποδοσφαιριστής στον Ηρακλή, αλλά και σαν πετυχημένος προπονητής από την θητεία του στον ΑΠΟΕΛ για μια πενταετία.

Ανέλαβε μια εξαιρετικά δύσκολη αποστολή σε μια εποχή που ο σύλλογος της Αθήνας δεν ήταν στα καλύτερα του, ωστόσο, υπήρχε η αίσθηση ότι κάτι αλλάζει και έρχεται μια καλύτερη εποχή.

Ας μην κοροϊδευόμαστε, παρά τα οικονομικά προβλήματα των τελευταίων χρόνων, ο Παναθηναϊκός είναι τεράστιο σωματείο και ο Σέρβος ήταν δύσκολο να αρνηθεί την ελκυστική πρόταση του Γιάννη Αλαφούζου, από τη στιγμή μάλιστα που του δόθηκαν εγγυήσεις, ότι θα είναι το απόλυτο αφεντικό, με απεριόριστες αρμοδιότητες.

Η αλήθεια είναι ότι η διοίκηση στάθηκε δίπλα του σε όλα και με το παραπάνω, ανεβάζοντας κατακόρυφα το μπάτζετ.

Ταυτόχρονα τον άφησε να εργαστεί όπως ο ίδιος επιθυμούσε, κάνοντας πράξη όλα του τα θέλω.

Στην πρώτη χρόνια ο Γιοβάνοβιτς κατάφερε να δημιουργήσει μια αξιόμαχη ομάδα, η οποία παλεύει όλα τα παιχνίδια.

Οι «πράσινοι» απέκτησαν και πάλι προσωπικότητα, κέρδισαν τον σεβασμό των αντιπάλων και τερμάτισαν στην 4η θέση της βαθμολογίας.

Ταυτόχρονα κατέκτησαν το Κύπελλο Ελλάδας, κερδίζοντας στον τελικό τον ΠΑΟΚ 1-0, με γκολ του Αϊτόρ, στις 21 Μαίου του 2022.

Όλοι ήταν ενθουσιασμένοι από τη δουλειά του προπονητή, καθώς έβαλε τις βάσεις για τη δημιουργία μιας ομάδας, η οποία μελλοντικά θα κατακτούσε τίτλους.

Δικαιολογημένα έγινε επέκταση στο μονοετές συμβόλαιο του για ακόμη δυο χρόνια, πέρσι το καλοκαίρι.

Η προηγούμενη σεζόν ήταν κατά το ήμισυ επιτυχημένη.

Με ένα τρομερό σερί στο ξεκίνημα ο Παναθηναϊκός εκτοξεύτηκε με διαφορά 12 βαθμών από τον δεύτερο στο βαθμολογικό πίνακα.

Η διοίκηση ήθελε τον τίτλο και στη διακοπή, λόγω των αγώνων του Μουντιάλ στο Κατάρ, τον ενημέρωσε ότι μπορεί να επιλέξει κάποια ονόματα στην μεταγραφική περίοδο του Ιανουαρίου, ώστε να δυναμώσει ακόμα περισσότερο το ρόστερ και η ομάδα του τριφυλλιού να κόψει πρώτη το νήμα.

Ο Ιβάν ήταν ιδιαίτερα διστακτικός στις μεταγραφές και με το ζόρι, (κυριολεκτικά την τελευταία ώρα), έδωσε το «Οκ» για την απόκτηση του Ντάνιελ Μαντσίνι.

Νωρίτερα, δηλαδή το φθινόπωρο, είχε πει ναι καθυστερημένα για την απόκτηση των Τζόκαϊ, Τρουγιέ, που τελικά δεν βοήθησαν.

Η αλήθεια είναι ότι ο Παναθηναϊκός είχε ελλείψεις στο ρόστερ και ύστερα από τον σοβαρό τραυματισμό του Αϊτόρ, χρειαζόταν ενίσχυση.

Η διοίκηση από ότι ακούγεται, ήταν ξεκάθαρη απέναντι του και ζητούσε να προτείνει ονόματα. Τελικά έγινε μόλις μια ουσιαστική κίνηση με τον Μαντσίνι.

Ο περσινός β’ γύρος στο πρωτάθλημα τσαλάκωσε κάπως το προφίλ του και η εξέδρα, παρά τη στήριξη προς το πρόσωπο του, άρχισε να βγάζει γκρίνια.

Δικαιολογημένα ίσως, αφού ο σύλλογος της Αθήνας, παρά τη διαφορά των 12 βαθμών από τον δεύτερο στο τέλος του πρώτου γύρου, κατάφερε να χάσει ένα πρωτάθλημα, μέσα από τα χέρια του.

Οι απανωτές αποτυχίες μέσα στη Λεωφόρο, κόντρα σε Βόλο, ΠΑΟΚ, και ΑΕΚ στα πλέι οφ, στοίχισαν. Μια νίκη αν είχε πάρει σε ένα από αυτά τα τρία ματς θα είχε κατακτήσει τον τίτλο.

Για τον προτελευταίο αγώνα της χρονιάς, κόντρα στον Ολυμπιακό στο Φάληρο, δεν μπορεί κάνεις να καταλογίζει ευθύνη στον προπονητή, καθώς, διαχειρίστηκε μια ομάδα κτυπημένη από τον Covid-19.

Η διοίκηση τον στήριξε και σωστά έπραξε.

Στις 20 Μαίου του 2023 μάλιστα, προσέλαβε τον Γιάννη Παπαδημητρίου για τεχνικό διευθυντή, ώστε να τον βοηθήσει σε ένα κομμάτι που ο ίδιος φαινόταν ότι δεν μπορεί να διαχειριστεί ταυτόχρονα με την προετοιμασία της ομάδας.

Ο Παπαδημητρίου έπιασε δουλειά και σε συνεργασία με τον ίδιο κατάφερε να ολοκληρώσει τις σημαντικότερες μεταγραφές σε σύντομο χρονικό διάστημα.

Ήρθαν μάλιστα ποδοσφαιριστές έτοιμοι, με εμπειρία και ακριβά συμβόλαια, (Τζούρισιτς, Μλαντένοβιτς, Βιλένα κλπ) .

Το ξεκίνημα της σεζόν που διανύουμε ήταν θετικό, ιδιαίτερα στην Ευρώπη, με προκρίσεις σε βάρος της Ντνίπρο και της Μαρσέιγ, αλλά και συμμετοχή στους ομίλους του Europa league.

Στο Champions League, όμως, χάθηκε άδοξα η πρόκριση και εκεί μαζεύτηκαν τα πρώτα σύννεφα στη σχέση προπονητή και διοίκησης.

Στο πρωτάθλημα η ομάδα ήταν πρώτη, αλλά με σημάδια αδυναμίας. Δεν υπήρχε αυτό το συμπαγές σύνολο που θαύμαζαν όλοι πέρσι, το οποίο δεν έχανε με τίποτα.

Όταν μια ομάδα κορυφής με τόσο γεμάτο ρόστερ, χάνει μέσα στο σπίτι της από την ΑΕΚ, ισοφαρίζει στις καθυστερήσεις τον ΠΑΟΚ και γνωρίζει ήττες εκτός έδρας από Άρη και Ατρόμητο, είναι ξεκάθαρο ότι αντιμετωπίζει πρόβλημα.

Ήταν φανερό αυτό, από τη στιγμή που οι πράσινοι δεν κατάφεραν να κερδίσουν στα σημαντικότερα παιχνίδια, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στην Ευρώπη.

Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά την νίκη επί της Βιγιαρεάλ στην πρεμιέρα, αλλά και την ισοπαλία στο Ισραήλ στις 5 Οκτωβρίου, η ομάδα του Γιοβάνοβιτς γνώρισε στην Ευρώπη μόνο ήττες, μέσα – έξω από Ρεν, εκτός από τη Βιγιαρεάλ και εντός από τη Μακάμπι Χάιφα.

Ο οδυνηρός αποκλεισμός από τους Ισραηλινούς, ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι.

Δικαιολογημένα γιατί οι Πράσινοι έπαιζαν με υποδεέστερο αντίπαλο και πήγαιναν για δυο αποτελέσματα. Ήταν ένα σοκ, το οποίο δύσκολα χωνεύεται.

Από εκείνο το σημείο και ύστερα, το τέλος του Γιοβάνοβιτς ήταν προδιαγεγραμμένο.

Ακόμη και η νίκη στο Βόλο, περισσότερα σύννεφα έφερε στη σχέση διοίκησης – τεχνικής ηγεσίας, καθώς τα γκολ του ξεχασμένου Γερεμέγιεφ, δημιούργησαν απορίες για το πως αυτός ο δεινός σκόρερ δεν είχε θέση, ούτε στην αποστολή, τη στιγμή που στις ολιγόλεπτες συμμετοχές του σε μόλις δυο ματς, έβρισκε δίχτυα.

Ολοκληρώνοντας θα πούμε και τα θετικά του Γιοβάνοβιτς, ο οποίος σε 113 αγώνες στον πράσινο πάγκο είχε συνολικά 64 νίκες.

Ο ίδιος με τη δουλειά του απέδειξε ότι είναι ο καλύτερος προπονητής για να δημιουργήσει μια αξιόλογη ομάδα από το μηδέν.

Υπομονετικός, καλός άνθρωπος με ποιότητα και ήθος.

Σίγουρα είχε σωστές, αλλά και λάθος επιλογές, όπως όλοι οι καλοί προπονητές. Στα δυόμισι χρόνια θητείας, κράτησε την ομάδα όρθια στα δύσκολα, ωστόσο, ορισμένοι του καταλογίζουν ότι δεν έδωσε το κάτι παραπάνω από τον πάγκο στα κρίσιμα ματς, με τις αλλαγές να γίνονται κάπως καθυστερημένα.

Επίσης δεν κατάφερε να βγάλει κάποιο ταλέντο από τις εξαιρετικές ακαδημίες που διαθέτει ο σύλλογος.

Προτιμούσε για παράδειγμα να χρησιμοποιεί τον Αράο στόπερ, από το να δώσει μια ευκαιρία σε κάποιο ταλαντούχο αμυντικό από τη β’ ομάδα και να τον αναδείξει, (πχ Φικιάϊ, Προδρομίτης, Σιδεράς).

Γενικά απέφευγε να παίρνει μεγάλο ρίσκο.

Βέβαια αν είχε κατακτήσει πέρσι τον τίτλο όλα θα ήταν σήμερα διαφορετικά, ωστόσο δεν τα κατάφερε και ο Παναθηναϊκός βρίσκεται φέτος υπό πίεση, καθώς, θέλει πολύ να κατακτήσει τον τίτλο, ύστερα από πολλά χρόνια.

Η διοίκηση έκρινε ότι μια αλλαγή στην τεχνική ηγεσία θα διορθώσει την εικόνα της ομάδας.

Πρέπει ο κόσμος να αποδεχθεί αυτή την απόφαση και να στηρίξει το νέο προπονητή Φατίχ Τέριμ, που είναι ένα τεράστιο όνομα, με θητεία σε μεγάλα συγκροτήματα και περγαμηνές.

Πηγή: novasports.gr

Ροη ειδησεων
Κλεισιμο