Ο Ντιέγκο Μαραντόνα στον κόσμο του Πάολο Σορεντίνο

Το φως και το σκοτάδι του ιταλικού Νότου. Η ζωή, η πίστη, ο έρωτας, ο Ντιέγκο Μαραντόνα. Το μαγευτικό σύμπαν του Πάολο Σορεντίνο. 

Ο πατέρας της θεωρίας της σχετικότητας, Άλμπερτ Αϊνστάιν, διακήρυττε ότι ο χρόνος δεν υπάρχει. Ότι είναι ένα κατασκευάσμα, μια ανθρώπινη επινόηση που εξυπηρετεί τις ανθρώπινες ανάγκες. Ο άνθρωπος έφτιαξε ένα εργαλείο για να τον βοηθά να τέμνει τη μέρα του, τη βδομάδα, την ώρα. Και τελικά του ξέφυγε από τα χέρια ο έλεγχος. Γι αυτό και τα λεπτά εκείνα που θα' θελε να κρατήσουν αιώνια, φεύγουν και χάνονται πιο γρήγορα από τ'αλλά.

Κάθε εβδομάδα ο Σορεντίνο, όπως εκατομμύρια άλλοι ανά τον κόσμο, θυσιάζει εκατό από αυτά σε μια συγκεκριμένη ιερoτελεστία: παρακολουθεί με τον γιο του Κάρλο τα ματς της Νάπολι. Το τηλέφωνο είναι απενεργοποιημένο. Το τσιγάρο αναπαύεται στα ακροδάχτυλά του. Και τίποτα άλλο δεν έχει σημασία εκείνα τα λεπτά, που ο Χρόνος συρρικνώνεται.

Για τον Ιταλό σκηνοθέτη, κάθε απόγευμα Κυριακής η δική του ώρα, η ώρα των οπαδών, δεν χτυπά με την ίδια ταχύτητα με όλων των υπολοίπων. Οι δείκτες του ρολογιού δεν ακολουθούν την ίδια συνηθισμένη και άκρως προβλέψιμη διαδρομή στα ρολόγια.

Τα απογεύματα της Κυριακής ταξιδεύεις. Ακόμα και αν δεν είναι το σώμα στην κερκίδα στριμωγμένο ανάμεσα σε δεκάδες άλλα κορμιά. Το ραδιόφωνο, η τηλεόραση, η φωνή του σπίκερ σε πάει εκεί που δεκάδες άλλες φωνές αιχμαλωτίζονται για πάντα και χορεύουν από την μια πλευρά του γηπέδου στην άλλη.

Ο Πάολο Σορεντίνο έπαιζε ως φουλ μπακ. Υπάρχει μια φωτογραφία στα δεξιά του γραφείου του στην οποία ποζάρει όπως οι ποδοσφαιριστές στα άλμπουμ της Panini. Το πρόγραμμα τις Κυριακές της εφηβείας του περιελάμβανε προσκύνημα σε δύο κόσμους, σε δύο ναούς. Στο Σαν Πάολο και στην κινηματογραφική αίθουσα. Σε μια βραχύσωμη φιγούρα με μπλε ρούχα και φτερά στα πόδια, που χόρευε στο γρασίδι. Σε μερικές ακόμα που έδιναν ουσία στην ψευδαίσθηση, στην μεγάλη οθόνη.

Ο πατέρας του Πάολο, Σαλβατόρε, τον μύησε για πρώτη φορά στο μυστήριο της στρογγυλής θεάς. Ήταν 14 όταν τον ενημέρωσε ότι οι Παρτενοπέι έκαναν δικό τους τον Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα και πως έχει φροντίσει ήδη να του αγοράσει εισιτήριο διαρκείας για την επόμενη σεζόν.

Ο Σορεντίνο υποστηρίζει ότι το ποδόσφαιρο έχει ένα θεολογικής προέλευσης δόγμα: «δεν μπορώ να πιστέψω σε έναν θεό που δεν ξέρει να χορεύει». Ένα μανιφέστο ονείρου, ικανοποίησης, θαύματος, στο οποίο συμμετέχουν οι παίκτες κι οι οπαδοί. Δεν χάνει παιχνίδι. Δεν έχει σημασία ποιο. Είτε είναι ματς Champions League κόντρα στη Ρεάλ Μαδρίτης, είτε παιχνίδι κυπέλλου με την Ρέτζιο Εμίλια και πρέπει να βρει μια παλιά πιτσαρία σ' ένα ξεχασμένο στενάκι στη Νέα Υόρκη για να το δει. Σημασία έχει να μεταλάβει.

Είναι πιστός. Και λατρευτικά πρόσωπα είναι ο ήρωας της εφηβείας του, που χάρισε το πρωτάθλημα στη Νάπολι το 1987 και έγινε έμπνευση για την τελευταία του ταινία: «Το χέρι του Θεού». Αγάπη, κλάμα, οργή, θλίψη. Το συναισθηματικό ψηφιδωτό ενός ποδοσφαιρικού αγώνα. Κι ενός φιλμ του Σορεντίνο. Ντιέγκο Μαραντόνα. Η κεντρική φιγούρα τόσο του ονείρου, όσο και τις εφηβικής του πραγματικότητας.

Ως παιδί κάποιες φορές τριγυρνώντας στη Νάπολι της δεκαετίας του '80, είχε την ψευδαίσθηση ότι τον είδε. Έλεγαν ότι γυρίζει στα στενά με ένα μικρό αυτοκίνητο σε μια προσπάθεια να μην γίνει αντιληπτός σε μια πόλη όπου τα σύμβολα έχουν ιδιαίτερη αξία. Σε μια πόλη που το να δει με τα μάτια σου τον Μαραντόνα ισοδυναμούσε με θαύμα.

«Λίγο πριν από το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1986, τον κατασκόπευα για ένα βράδυ ενώ προπονούνταν κρυφά σε ένα γήπεδο τένις και πετούσε συνεχώς μπάλες στο τέρμα, βάζοντάς τες πάντα στη γωνία των δοκών, στο ίδιο σημείο. Σαν σόου, δεν μου έρχεται στο μυαλό τίποτα περισσότερο από αυτό», έχει πει.

Στον κόσμο του Σορεντίνο το ποδόσφαιρο είναι γι αυτούς που δεν περνούν ποτέ την γραμμή της ωριμότητας. Παραμένουν για πάντα παιδιά. Αν την περάσουν δεν μπορούν ξανά να βιώσουν την γηπεδική εμπειρία με τον ίδιο τρόπο. Είναι απλά σώματα με 70% νερό.

Στο «Χέρι του Θεού», ο βραβευμένος σκηνοθέτης πηγαίνει 20 χρόνια πίσω και μιλά για τον εαυτό του. «Ο Ντιέγκο έλεγε ότι το ποδόσφαιρο είναι ένα παιχνίδι που βασίζεται σε προσποιήσεις: προσποιηθείτε ότι πηγαίνετε αριστερά και μετά πηγαίνετε προς τα δεξιά. Ισχύει και για τον κινηματογράφο». Και ισχύει για έναν σκηνοθέτη που έχει τοποθετήσει το ποδόσφαιρο σε περίοπτη θέση στα έργα του. Και υμνεί αυτούς που το απολαμβάνουν σε κάθε του προέκταση. Που το βιώνουν σαν συλλογική εμπειρία. Σαν διαδικασία ανάτασης της ψυχής. Σαν τη μεγαλύτερη απόδειξη πίστης.

Το ποδόσφαιρο, ο Ντιέγκο, στην τελευταία - άκρως αυτοβιογραφική ταινία του Σορεντίνο - στην οποία περιγράφει μια οδυνηρή εμπειρία στη ζωή του, τον θάνατο των γονιών του, υπάρχει σαν αερικό καθόλη τη διάρκεια του φιλμ. Κινείται ελεύθερα, σε κάθε σεκάνς. Είναι λύτρωση, είναι πολιτική πράξη, είναι ιερό...

«Όταν παρέλαβα το Όσκαρ ευχαρίστησα τον Μαραντόνα γιατί ήταν πάντα πηγή έμπνευσης για μένα. Πέρα απ'όσα έχω πει γι'αυτόν όμως, άθελα του μου έσωσε και τη ζωή. Όταν ήμουν 16 έχασα τους γονείς μου όταν κάηκε το εξοχικό μας. Εκείνη την εποχή πήγαινα πάντα μαζί τους. Εκείνη ήταν η μοναδική φορά που δεν πήγα και ο λόγος ήταν ότι ήθελα να πάω στο γήπεδο να δω από κοντά τον Μαραντόνα σε έναν αγώνα με την Έμπολι. Έτσι σώθηκα.»

-Πάολο Σορεντίνο

Ροη ειδησεων
Κλεισιμο